Παρασκευή 7 Νοεμβρίου 2014

Τ άνθη της πέτρας


T άνθη τ’ αμύριστα, δειλά σε βράχους που φωλιάζουν,
δεν νοιάζονται για το βοριά, χατίρια δεν γυρεύουν.
Ούτε λυγίζουν στην βροχή, στο χιόνι δεν τρομάζουν,
και μένα θράσος περισσό την νύχτα κοροϊδεύουν.

Τ άνθη τ’ απότιστα, δειλά σε πέτρες που φυτρώνουν,
δεν γύρεψαν ποτέ νερό,  πυξίδα δεν χρειαστήκαν.
Μοναχικά  την συντρόφια, με ήλιο τη φορτώνουν,
στου βράχου μια μικρή σχισμή, απ τον αέρα μπήκαν.

Τ άνθη τ’ αμάραντα , δειλά σε πέτρες που λυγίζουν,
δεν τα τρομάζει ο χιονιάς, ούτε στο κρύο σκύβουν.
Ξέρουν μονάχα ευωδιά, και χρώμα να δωρίζουν,
για αυτό μένουν αιώνια, τα δάκρυα τους κρύβουν.

Τ άνθη τα πέτρινα σκληρά, μα καθαρά και ωραία,
δεν θα βρεθούν ακούραστα, δεν θα φανούν τυχαία.
Χρειάζεται ενέχυρο ζωής, δεν φτάνει το μοιραία,
Γιατί ριζώνουν σε γκρεμούς, κ έχουν ψυχή αρχαία.

ΟΥ ΤΙ ΔΑΝΟΣ
7/11/2014=16=7  

Δευτέρα 20 Οκτωβρίου 2014

Ψυχή+πάθος=ψυχοπάθεια!

Κάθε Ανατολή  μας φέρνει πιο κοντά στον  ήλιο, είναι η στιγμή που θυμίζει, ότι η δύση σκέπασε με τα λίθινα χρώματα του μενεξέ, τα λήθινα, τα αληθινά.
Αυτή την μαγική στιγμή  αξία δεν έχουν οι λέξεις, ούτε τα λόγια που είναι έρμαια σκόνη του αέρα...
Τα λόγια που θολώνουν, με μαύρες κουκίδες τα λευκά φτερά όταν φτύνουν το τίποτα…
Αξία χρηστή ζωγραφίζουν τα μάτια, πινέλα ψυχής, σε τελάρο λευκό, ανεξίτηλο έργο σπουδαίου ζωγράφου..
Είναι μια στιγμή που χορταίνει ανατριχίλα και νοιώθει το παν να γυρίζει ξανά και ξανά, μέχρι να βρει εκείνο που θέλει να φτάσει...
Κοινωνία με ρίμες, που κάνεις δεν ακούει, με το δέρμα κεραία…
Δεν θροΐζει μιλιά…. τα μαλλιά πομποδέκτες μιας σιωπής, που δεν θέλει κραυγές, οιμωγές και θορύβους…
Μπορεί η λέξη "Ναι" .. μια χαρά να χαρίζει η μια λύπη....και το "Όχι" επίσης...
Αισθημάτων ρηχές γρατζουνιές και  οι δύο, του μυαλού φαντασίες..
Του μυαλού που πονά να ματώνει, και στο αίμα, δεινός αιμοστάτης κατάντησε να ναι…
Με κομμένο το αίμα, και καμένα τα θέλω, τα μπορώ γίναν στάχτη, και ο φοίνικας μοιάζει, ένα δέντρο απλό στην Σαχάρα..
Δεν αλλάζει ο δρόμος, το ταξίδι τ ίδιο για όλους, μοναχά οι στιγμές που ο καθένας κοιτάζει δείχνουν μάταια όμως, πώς κάτι διαφέρει…
Παιχνιδίζει η ματιά, κι η αντίληψη είναι του ειδώλου καθρέφτης, σε σκηνή που υπάρχει μυστικά υποβολέας…
Παρελθόν, το παρόν μας, και το μέλλον, του παρόντος οι φρούδες κινήσεις που την γύμνια τους ντύνουν ελπίδες, μεταξένιες για άλλους, η κουρέλια φορώντας, για όσους με τόλμη, οριζόντων αλήθειες, στα οράματα προσδοκούνε την νύχτα….
Μια ανάσταση άλλη, που ζητάει ζωντανούς να πεθάνει…
Μια κατάσταση τέτοια, που φορτώνει αιτίες αγκάθια, τις μορφές αγκυλώνουν, κι οι πληγές στάζουν ξύδι..
Προσποιείται πώς βλέπει, το τυφλό όνειρο μας, επιμένει να δείχνει το γυμνό της κουφάρι.
Αλλά ... υπάρχει η μαγική στιγμή...
Ένα αστέρι της μέρας κι ο Ήλιος....
και ότι δύναμη κρύβει, με τον κόσμο μας δένει σαν νήμα…
Μια ακτίνα μονάχα αρκεί, το φωτόνιο που τρέχει....
Η δική μας ακτίνα....
Γιοί του Ήλιου και κόρες της Γης....
σε ένα θαύμα που λένε Ζωή, σαν ανέμη γυρίζουν......
Καλή Ανατολή ψυχής!!!
(Από τον ου τι δανο, σε ανύποπτο χρόνο)
20/10/2014=10=1

Τετάρτη 15 Οκτωβρίου 2014

Γεννηθήτω το θέλημα σου..

Μοιραίες εικόνες, ζωή με κανόνες
Αλήθεια χαράζει, σε πέτρινο χθες
Σε μήτρα αρχαία, καθόλου τυχαία
Με άδηλο σπέρμα, γεννά ροδανθές

Σπουδαίες αγάπες, τυχαίοι διαβάτες
φωτίζουν το δρόμο, στο γκρίζο παρόν
Μια νότα μονάχα, σαν έρωτας τάχα,
να σβήνει τη δίψα, κι ας είναι απών.

Δεν είναι αστείο, ζωή στο ψυγείο
στιγμές απουσίας, ποτίζουν τον νού
Σε μέγεθος μίνι. μ΄ενέσεις μορφίνη
χαρίζεται ο πόνος, ερήμην κοινού.

Υπάρχεις ακόμα, κι ας γίνεσαι λιώμα
σαν λαβα χυμένη, σε κούπα τσαγιού.
Δεν ξέρω αν νοιώθεις, λιγάκι σαν όφις
καθώς περιμένεις, ταξί στην Συγγρού.

Θεριεύεις το βράδυ, χλιδή στο σκοτάδι
μοιράζεις κουπόνια, λαθραίου καπνού.
Γυρίζεις την πλάτη, και κλείνεις το μάτι
κρυφά του ωφελίμου, μετά του τερπνού.

Γλυκά σαν ανάγκη, στις όχθες του Γάγγη
σε πάει του ονείρου, η ρότα γραμμή.
Να λούσεις στην λάσπη, τον ίδιο ιάσπη
που σούφερνε τύχη την κάθε στιγμή

Κι εκεί στην θολούρα, η ίδια γκραβούρα
τα χρώματα λείπουν, χαμένα κλειδιά.
Για να ξεκλειδώσεις, ξανά θα ματώσεις
σε κρίνουν σαν τύψεις, χιλιάδες παιδιά

Με σκέρτσο και νάζι, ανοίγεις το γκάζι
φωτιά στη χαβούζα, οξύ στο μετρό.
Οι προκαταλήψεις, χαμένες αισθήσεις
καθώς ωριμάζεις, φαντάζεις  ρετρό.

Λυπάσαι αλήθεια, με τόσα οπίσθια
Αργείς μα θυμάσαι, τι είναι το φώς
Εικόνα του δρόμου, ταινία του τρόμου
Δαγκώνει ο φόβος, πονά ο σοφός.

Σε βλέπω ακόμα, μυρμήγκι στο χώμα
χωρίς τις κεραίες, δεν έχεις παρόν.
Καθώς και τα άλλα, μυρμήγκια μεγάλα
υψώνουν σημαίες, φρικτών οχυρών.

Μα ότι σου γράφω, ωραία το πλάθω
και λάθος αν κάνω, δεν λέει πολλά.
Αξίζει μονάχα, την δύναμη νάχα
να φτιάξεις εσένα, και πάλι καλά.

ΟΥ ΤΙ ΔΑΝΟΣ
15/10/2014=14=5

Τρίτη 14 Οκτωβρίου 2014

Ήτανε λέει κάπου….

Σαν σε όνειρο..
Το μικρό ταλαιπωρημένο χελιδόνι, εξαντλημένο ανήμπορο να πετάξει, σχεδόν μισοπεθαμένο…
Γύρευε ένα κλαρί να κρατηθεί… ζητούσε μια ζεστασιά μια σταγόνα να δροσιστεί…
Συνάντησε το χέρι μου, γιατί υα χέρια είναι κλαριά….
Έτσι τα σχεδίασε η τύχη, και το χελιδόνι και το χέρι έγιναν ένα… μια ψυχή και μια αγκαλιά…
Σαν σε όνειρο..
Βρήκε η ψυχή μια ζεστασιά στην αγκαλιά, βρήκε και η αγκαλιά μια αιτία φωλιά να γίνει για το διψασμένο χελιδόνι…
Είδε η αγκαλιά την δίψα του, όλα τα ξέρουν οι ψυχές και τα διαβάζουν, και το έβαλε στην βρύση… και έγινε η βρύση ένας κρουνός, ορμητικός και ζωοφόρος.
Έχωσε το ράμφος του το χελιδόνι, και ρούφηξε τις σταγόνες… ανάσανε…
Και χόρτασε, ξεδίψασε, ζωντάνεψε, θυμήθηκε….
Και άνθισε το κλαρί, γέμισε φύλλα ελπίδες, μαλάκωσε το χέρι μιας και βρήκε έναν σκοπό…
Πέρασαν τρεις στιγμές, και απ την παλάμη αυτής της αγκαλιάς, πέταξε η ψυχή σαν χελιδόνι και στάθηκε στον ώμο μου…
Σαν όνειρο…
Βγήκαμε οι δύο μας, και το κατώφλι, το βαρύ και σκουριασμένο δρασκελίζοντας, χωθήκαμε στον δρόμο…
Κανείς μας δεν μιλούσε….
Μετά παρέα στο χωράφι, δεξιά η θάλασσα γαλάζια πλουμιστή και ουρανόχρωμη…
Αριστερά το δάσος, πυκνό παχύ και άγνωστο, πίσω του το βουνό με την λευκή του κορυφή..
Και περπατούσαμε έτσι σιωπηλά… μπορεί και να πετούσαμε, μα δεν θυμάμαι…
αν γίνεται και η αγκαλιά μας χελιδόνι, η αν το χελιδόνι είναι αγκαλιά…
Σαν σε όνειρο…
Πέρασε μια στιγμή του χρόνου, πέρασαν χρόνια σαν στιγμές…
Κλέβει η σιωπή τον χρόνο, στραγγίζει η χαρά μας το νερό και την δροσιά…
Ήρθε η ώρα, ήτανε το βουνό μπροστά, ένα κορμί σε έναν ώμο, μία θηλιά σε έναν λαιμό, και το  μικρό εξαντλημένο χελιδόνι, ζεστό, ακέραιο και δυνατό….
Έσκυψε στο αυτί, και μου τιτίβισε…
Σαν σε όνειρο….
Έλαμψε ο ουρανός την μέρα, και ζέστανε ο ήλιος τα κλαριά….
Άστραψε η θάλασσα, και τάμα τον αφρό της, στη νιότη χάρισε…
Φώτισε μες το δάσος η ζωή, και αγκάλιασε ο έρωτας κισσός τα κουρασμένα δέντρα…
Έσκυψε το βουνό, και λεύκανε με την κορφή του, της Γής το κάθε αναφιλητό…
Έμεινε ο ώμος ορφανός, κατέβηκε το χελιδόνι στην παλάμη…. σε μια παλάμη αγκαλιά…
Υψώθηκε το χέρι, ανοίγοντας η αγκαλιά, γέμισε φτεροκόπημα η παλάμη…
Τέτοιος ρυθμός, τόσος παλμός, θαρρείς καρδιάς κτυπήματα σε τύμπανου μεμβράνες…
Και πέταξε το χελιδόνι ελεύθερο, και δυνατό, να κουβαλάει μιας ψυχής το χρώμα στην κοιλιά του, και μιας ζωής το απόσταγμα στην πλάτη….
Σαν σε όνειρο…. Λόγω τιμής.
ΟΥ ΤΙ ΔΑΝΟΣ

14/10/2014=13=4