Κυριακή 11 Σεπτεμβρίου 2016

Βέλτιον θανείν άπαξ ή διά βίου τρέμειν. (Αίσωπος)


Σήκωσε η Κίρκη το ραβδί, και μίλησε η Πυθία
χρησμός ποτέ δεν θα βρεθεί, τα τείχη να γκρεμίσει.
Σκεπάζει σκόνη το μυαλό, σκοτείνιασε η Φθία
τι κι αν παλεύει και η ψυχή, το κάστρο να φωτίσει.

Τι κι αν φωτίζει ο Σείριος, τα όρια του Άργους
και φέγγει με αναλαμπές, το άλλο μας κομμάτι.
Αλλοίμονο σκλαβώνεται πάντα στους λωτοφάγους,
με άγκυρα τη λησμονιά, στο πουθενά του χάρτη.  

Και μένω πάντα ναυαγός, στης ξέρας την αλμύρα
ψάχνω απάντηση να βρω, μοντάροντας κουρέλια,
πώς φύγατε και από πού, ποια  λάθος ρότα πήρα
πώς έσπασαν αθόρυβα, του ονείρου μου τα ρέλια.

Ο ήλιος καίει πάνω μου, και η έρημος ανάβει
δεν θα πληρώσω την τιμή, η όαση μου δώρο,
Χάρη οι ναύτες τ’ ουρανού, το όραμα καράβι
ταξίδι βέλτιον εστί, τροχιά σ΄ άγνωστο χώρο

Περιπλανώμενος θνητός, βοσκός χωρίς κοπάδι
Με ιδρώτα κι αίμα ξεδιψώ, σε ερημικό λιβάδι.
Πέτρα που κατρακύλησε, γυρεύοντας μια σμίλη
με κάθε σφυροκόπημα, σβήνει κι ένα καντήλι.

ΟΥ ΤΙ ΔΑΝΟΣ
11/9/2016=20=2

Παρασκευή 9 Σεπτεμβρίου 2016

Βράδιασε

Οι αρθρώσεις μου την νύχτα χαλαρώνουν
σαν λαστιχένιοι οι τένοντες μακραίνουν
μικρές φωνές, το άγνωστο πληρώνουν
και οι κλειδώσεις των οστών σωπαίνουν.

Κάθε τετράγωνο της πόλης μου, εστία
της πάλης μου τον κύκλο, συμπληρώνει
στο σκελετό μου σκόνη μούχλα υγρασία
μια νυχτερίδα, στη ζωή που καμαρώνει.

Άντρας γυναίκα έρωτας, ακμές τριγώνου,
αγκαλιασμένες σε παραδεισένια σφαίρα,
μοιάζει τρελό, στο άγγιγμα του οξυγόνου,
νοιώθω ατέλειωτη τη γη, μακριά τη μέρα.

Τρίβονται τα γρανάζια, σκουριασμένα
ο σκελετός στις διαδρομές αγκομαχάει
στα σκοτεινά, μιλούν τα χέρια πεινασμένα
γίνονται μάτια, και το βλέμμα ξεψυχάει
  
Στο απαλό τους άγγιγμα, γέλιο με χάδι
από το πρόσωπο μου αναβλύζουν.
Κάθε σταγόνα μια ευχή μες το σκοτάδι,
τα χέρια στην αγάπη δεν δακρύζουν.

ΟΥ ΤΙ ΔΑΝΟΣ
9/9/2016=27=9 

Δευτέρα 5 Σεπτεμβρίου 2016

Ωδή...

Που είναι το άστρο μου χαμένο ;
Μήπως είναι ερωτευμένο ή απλά με έχει ξεχάσει;
Σε ποιο σύμπλεγμα πλανιέται
Χαρωπό μα ξεγελιέται και πορεύεται αιώνια ;!
Πείτε του να μην ξεχάσει
Πριν τα μαρμαρένια αλώνια
Στον ορίζοντα να φτάσει !
Η ελπίδα μου φοβάται,
Ούτε τρώει ούτε κοιμάται
πως μου είναι θυμωμένο.
Δείξτε του ένα σημάδι
Να κινήσει και να έρθει
Γιατί θα χαθώ στο νότο...
Τι φοβάται, τι διστάζει ;
Δε θα μείνει πάντα αιώνιο
Ούτε εγώ να το προσμένω
Πρέπει να έρθει και να λάμψει !
Μέσα στα μάτια μου να μείνει
Με χαρά θα περιμένω την αυγή και το ξενύχτι!

[ Κ.Δ. "Αντί ποιήματα" ]

Τετάρτη 24 Αυγούστου 2016

Crescendum

Είμαστε εδώ, σκόνη από σπόρους αστεριών, στο χώμα.
Άσβεστο φώς μικρών κεριών, φάροι αυτόφωτοι ακόμα.
Προσκυνητές τα δειλινά, στον ήλιο πλέκουμε στεφάνια.
Τη νύχτα ιππότες φωτεινοί, στου ουρανού την επιφάνεια.

Εδώ, δυό κόσμοι ελλοχεύουνε, μέσα μας εν διαστάσει
Εκεί, το πρόσωπο σου ήξεραν, γνώριζαν το όνομά σου.
Εδώ, το παρελθόν και το παρόν μας έχουν αγκαλιάσει.
Εκεί, παίζουν τραγούδι ατέλειωτο, όρισαν τη σειρά σου.  

Εσείς και εγώ, δίδυμες φλόγες της φωτιάς του παραδείσου,
σε άλλο κόσμο κι άλλο χρόνο, καίει στη χώρα της αβύσσου.
Εσείς κι εγώ, δίδυμα κρύσταλλα που καθρεφτίζουμε το φώς
ασύμμετρα κομμάτια του καθρέφτη, κάθε λάμψη κι αδελφός.

Εσείς κρεσέντο εκρηκτικό, εγώ νησί από τύχη,
νοιώθω τη μνήμη να κυλά, σαν λάβα ηφαιστείου.
Κρεσέντο και η λύπη μου, γιατί αυτοί οι στίχοι,
είναι και μόνη αναφορά, εσώψυχου αριστείου.

Ξεσκίζω την σελίδα μου, το κάθε τι να λιώσω
Όμως ποτέ δεν σβήνονται, του ύπνου το ταξίδια.
Ούτε ποτέ θ΄ αγαπηθώ, να μ απελευθερώσω,
έτσι χαϊδεύω τις ψυχές, μ αδέσμευτα στολίδια.   

Δεν μπόρεσα τον έρωτα, να μου τον δώσω ρόλο
ούτε να κλείσω σε αγκαλιά, το άγγιγμα που πήρα.
Μόνο κρατώντας φωτεινό, στου ουρανού το θόλο,
το δίδυμο αστέρι μου, φώς στην κοινή μας μοίρα.

ΟΥ ΤΙ ΔΑΝΟΣ
24/8/2016=23=5