Δευτέρα 21 Ιανουαρίου 2013

Ευχές

Καθώς πετάμε, στη νοητή γραμμή των αιώνων, αργά σαν «κλέφτες» στον αέρα,
Καθώς τα «Άλλα» τα μεγάλα και ανωτέρα τρέχουν τόσο πολύ που γίνονται φώς…
δεν κατάφερα να αποφασίσω τι θα ήθελα να μου φέρει ο Άγιος Βασίλης….
Ο Άγγελος που με συντροφεύει δεν μου έδωσε οίστρο.
Κι ανάποδα σαν πέστροφα, στου ποταμού το ρέμα,
βρήκα την θέση του σωστή, πρωτότυπη, και θεια…
Δεν θέλω ΤΙΠΟΤΕ, έχω τα πάντα όσα χρειάζεται ο άνθρωπος να ζήσει..
Ήλιο, αέρα, γη, και ύδωρ…
Δεν θέλω ΤΙΠΟΤΕ, έχω τα πάντα όσα χρειάζεται ο άνθρωπος να φτιάξει..
Δύναμη, γνώση, χέρια, Λογική…
Δεν θέλω ΤΙΠΟΤΕ, έχω τα πάντα όσα χρειάζεται ο άνθρωπος να δώσει..
Ψυχή, αισθήματα, αύρα, Θεό…

Θέλω το ΤΙ, ΠΟΤΕ θα ορίσει, να γίνω ΕΓΩ, ΕΣΕΙΣ…μια αχτίνα φως.
Κι ακόμα, πότε ΕΣΕΙΣ… ΕΓΩ του κάθε άλλου… σύμπαν και Ήλιος.

ΟΥ ΤΙ ΔΑΝΟΣ
31/12/2012

Κυριακή 20 Ιανουαρίου 2013

Η Αγάπη….υπέρτατο χάρισμα.

Για την  αγάπη τι να πεις, τι να γράψεις για τον θεό, τι να αισθανθείς για το 
φώς, που να βρεις τόπο να πατήσεις και να αφουγκραστείς την αγάπη, την νοηματική έννοια υπέρτατο δώρο, όπως ορίζεται ετυμολογικά.
Αν θυμηθείς το πρώτο κλάμα, τότε που γέμισε η ανάσα την ζωή, τους ήχους και τ΄ αναφιλητά του έντυνε η αγάπη.
Το πρώτο γλυκό χαμόγελο της μάνας, αγάπη το ζωγράφιζε με χρώματα ζεστά, χρώμα χωρίς πινέλο, χρώμα ανεξίτηλο.
Το πρώτο αίμα, στο τυχαίο πέσιμο, τον πρώτο πόνο της πληγής, τον γιάτρευε, θαυματουργά το βάλσαμο που η αγάπη χάριζε.     
Αν πατήσεις σε ριζιμιό, σε πέτρα χιλιόχρονη, και ακουμπήσεις στη δροσερή αναπνοή του αέρα, θα δεις τον ήλιο στην ανατολή.
Τότε που η μέρα ξεκινά, τότε η αγάπη είναι απλωμένη στα τόσα χρώματα που βγάζει ο Ήλιος, και μας στέλνει φυλακτά.
Της θάλασσας το ακούμπισμα στου ουρανού την άκρη, μυρίζει αγάπη, και είναι η ένωση αρμονικά δεμένη, που δεν διακρίνεις που τελειώνει η θαλασσινή κι αρχίζει η ουράνια.
Στις άκρες τις τριανταφυλλιάς δροσοσταλίδα, διαμαντένια, έτοιμη να κυλιστεί, στου ποιητή την σκέψη, από το βάρος της αγάπης φορτωμένη.
Αλλά και στων πουλιών τα κελαιδίσματα, στους βόμβους από μέλισσες, που γυροφέρνουν με λατρεία τα λουλούδια, παντού και πάντα κεντημένη με κλωστούλες μεταξένιες, η αγάπη στο εργόχειρο της φύσης.
Αν περπατήσεις μέσα στης ζωής το μονοπάτι, και στις ρυτίδες που δαρμένα πρόσωπα αυλακώνουν, με ένα χαμόγελο που δίνεις από φως, θα βρεις  αγάπη.
Στα τρυφερά του μάγουλα τα παιδικά, παιχνίδια και φιλια, με αγάπη χαριστήκαν, και με χαμόγελα χαράς λάμπουν τουλίπες μαργαρίτες, μενεξέδες.
Στου δρόμου τα μισά, εκεί που η στροφή γυρνά το μονοπάτι, μην ξεχαστείς και δεν ανάψεις στην αγάπη προσευχή, μην αψηφήσεις τον γκρεμό που χάσκει να ρουφήξει, δόξα και πλούτη, όνειρα εικονικά.
Η ζυγαριά στην αρμονία για να γέρνει, θέλει αντίβαρο της να έχει την αγάπη.
Το ασήμι των μαλλιών του φεγγαριού, αν το κοιτάς ολόισια στα μάτια, λάμπει σαν καθρεφτίζεται στα ήμερα νερά, και πλημμυρίζει αγάπη η κοφτερή του λόγχη.
Αν χαριστείς στον έρωτα, κάποια στιγμή αναπάντεχα, μοιραία ίσως, και σε τραβήξει πάνω στο άρμα του, για να σαλπάρεις σε νερά μενεξεδένια, ταξίδι μαγικό, στιγμές που γίνεται θεός, καθένας από μας, αφήσου την νεράιδα σου ξέχνα ποιος είσαι, και που πάς.    
Δεν έχεις άλλο όνειρο, μόνο του αγγέλλου σου ν αγγίζεις τα φτερά και να γεμίζει της ψυχής σου το σεντούκι με χίλια δυο πετράδια ροδοπέταλα.
Δεν έχεις άλλα μάτια, σαν τα δικά του όμορφα, που τα δικά σου, χάνονται και σβήνουν μπροστά σε τόσο φώς.
Έχεις αυτιά να ακούνε μουσικές, και ψιθύρους αγάπης, βαριές ανάσες πόθου που καυτές χαϊδεύουν όλο σου το είναι, και περπατάς σε κόσμους, που ο νους πέρα από τούτες τις στιγμές δεν συλλαμβάνει.
Έχεις χείλια ζεστά, υγρά, και ρόδινα με ανατριχίλα, να μετράνε πόντο-πόντο βελουδένια λιβάδια, να ξεχειλίζουν στου υπέρτατου ναού τον βωμό θυσία,  σταγόνες μαργαριταρένιες που κυλάνε χείμαρρος στης έκρηξης την λαβα.
Έχεις και θα χεις πάντα μια καρδιά που θα κρατά, στην πόρτα της ψυχής σου τα κλειδιά, ν ανοίξει να κουρνιάσει μέσα, και να γεμίσει της ζωής σου το θαμπό το μονοπάτι.
Μέσα στης νύχτας το φτερούγισμα, στ αστέρια που είναι φύλακες, ψυχές, και κάνανε τον ουρανό λημέρι για την νύχτα, κρέμεται χρυσοκίτρινο κορδόνι και ενώνει όσους βρήκαμε την άκρη του με αγάπη.
Αν κουραστείς στο πέρασμα του χρόνου, στα τόσα που συνάντησες, και τόσα που δεν μπόρεσες να ζήσεις, άπλωσε την ικμάδα σου, στον πανδαμάτορα, χωρίς προκαταλήψεις. 
Τόσα κεριά αγαπημένα που σβήστηκαν, χρόνια φευγάτα, και τόσα αναμμένα περιμένουν για να σβήσουν.
Για μας δεν είναι τέλος, της ζωής το τέλειωμα, είναι μονάχα μια σκηνή, σε ένα έργο που κανείς μας δεν γνωρίζει ούτε τέλος ούτε αρχή.
Και του θανάτου ο μαύρος καβαλάρης, κι αυτός ακόμα αγάπη είναι, και μ αγάπη αν τον δεις η δάφνη θα σε στέψει νικητή σε αλώνια μαρμαρένια, θα γίνει δρόμος ουρανένιος και παντοτινός το μονοπάτι, σε μέρη θεϊκά παραδεισένια να σε βγάλει.

ΟΥ ΤΙ ΔΑΝΟΣ
20/1/2013  

Πέμπτη 17 Ιανουαρίου 2013

Τα χρώματα της αγάπης...


Όταν την φαντάζεσαι είναι γαλάζια
Όταν τη συναντάς πρώτη φορά, είναι κίτρινη
Όταν τη κοιτάς στα μάτια είναι πορτοκαλί
Όταν την αγγίζεις γίνεται κόκκινη
Όταν είναι μακριά είναι πράσινη
Όταν την χάνεις είναι μενεξεδένια

Αγάπη τελικά είναι η ανάλυση, και η σύνθεση του φωτός,
το ίδιο το φώς.

ΟΥ ΤΙ ΔΑΝΟΣ
17/1/2012

Τετάρτη 16 Ιανουαρίου 2013

Παραμυθένια πέδιλα. (Ηλιος-Ψυχούλα-Πεταλούδα)


Ητανε μια φορά και έναν καιρό, μια πεταλούδα, χαρούμενη και λατρευτή, που χάιδευε κάθε μέρα τα λουλούδια του κήπου, και φτεροκοπούσε ερωτοτροπώντας με το ζεστό φως του Ήλιου..
Κι ο Ήλιος την λάτρευε την προστάτευε, τις φώτιζε τα φτερά και ξεχναγε πάντα πως όταν εκείνος το φως…και η πεταλούδα μας ρούφαγε την ζωή.
Χανόταν στα λιβάδια την άνοιξη, μαζεύοντας μαργαρίτες…
Πλατσούριζε στις θάλασσες, χωρίς να νοιάζεται μήπως βραχούν τα φτερά της…
Πετούσε συνεχώς κάτω από το άγρυπνο βλέμμα του Ήλιου…
Και τα βράδια πριν κοιμηθεί στα ροδοπέταλα, καμάρωνε το φεγγάρι και έκανε όνειρα για το καλοκαίρι…
Κι ήταν ο Ήλιος της πρόθυμος να την ταξιδέψει, και έγινε η ζωή ταξίδι, και το ταξίδι έρωτας…
Κάποτε όμως τελειώνουν όλα…τέλειωσε η άνοιξη, τέλειωσε και το καλοκαίρι…
Τον ήλιο σκέπασαν τα σύννεφα, χάθηκε και ο βοριάς, να τον βοηθήσει να τα διώξει…
Η πεταλούδα μας χωρίς ήλιο, λουλούδια, θάλασσες, και ταξίδια, έχασε την ικμάδα της και μαράζωσε…
Και έγινε η πεταλούδα του ιονίου χρυσόσκονη, έγινε του αγέρα μυρωδιά, και έμεινε ο Ήλιος μόνος…και  ο χειμώνας σκέπασε την μαγεμένη χώρα…
Σα θαύμα όμως γύριζε η πεταλούδα, με τον αέρα, και σιγοψιθύριζε κουράγιο…
Δρόσιζε όνειρα με τις σταγόνες της βροχής, αλαφροΐσκιωτη μορφή, για όσους βλέπουν τα σημάδια, και ο Ήλιος όλα τα έβλεπε και άναβε φώτα ελπίδας.
Πότε με τα σπουργίτια έστελνε μηνύματα, πότε με πεταλούδες, κι ίδια ακόμα με επισκέψεις, συντρόφευε τον ήλιο στο βασίλεμα του.
Είναι η αγάπη του θεού το πρόσωπο, και ολα τα κάνει. Αν εχεις δώσει, πολλαπλάσιο θα πάρεις.
Κι αν είσαι αέρας μυριστός, χρυσόσκονη όπως την πεταλούδα, ανταποδίδεις στην αγάπη ότι πήρες.
Είναι σαν θαύμα, ένα παραμύθι αληθινό μόνο για δύο, ίσως και κάποιους άλλους να αγγίζει, η ιστορία που ξεκίνησε και ταξιδεύει ακόμα.
Ναι είναι θαύμα, η πεταλούδα, βρήκε μια ψυχή, την σκέπασε με τα φτερά της, και σαν πυγολαμπίδα της είπε λόγια μαγικά, κανείς δεν ξέρει όμως τι της είπε, μόνο η ψυχούλα που τα ένοιωσε μπορεί να πει.
Τα πέδιλα τα στολισμένα με τις πέρλες, βρήκαμε πόδια, να τα περπατήσουν. 
Και οι δυο μαζί, ταξίδεψαν τα μονοπάτια τα γνωστά, και βρήκε πάλι ο Ήλιος νόημα.
Πρώτα την οδήγησε δειλά-δειλά, να βρει τον ήλιο, που την γνώρισε απ την πρώτη λέξη, ταυτότητα το κείμενο που γράφει, η κάρδια, με το μολύβι, το ανεξίτηλο της μοίρας.
Ένοιωσε η ψυχούλα, αυτό το κάλεσμα, και είπε να την συναντήσει, να της μιλήσει, να τα πουν να πάρει θάρρος, γιατί μόνο εκείνη θα την καταλάβαινε…τόση η πίκρα πούχε μαζεμένη.
Κι ο Ήλιος, την ταξίδεψε  στα μέρη του παραμυθιού τα μαγεμένα, εκεί που ουρανός κι η θάλασσα γίνονται ένα..
Εκεί που στα ψηλά βουνά τα απάτητα, σε προστατεύει το άγρυπνο το μάτι , του αετού που φέρνει βόλτες στον αγέρα.
Βρέθηκαν κάπου οι δυο τους κανείς δεν ξέρει που, και δεν θα μάθει, και έγινε η μετουσίωση και η μέθεξη άγνωστο πώς.
Στον ήλιο, έφτανε μόνο η ένωση….η πεταλούδα κι η ψυχούλα είναι Ένα.
Και έγινε το «αχ αυτή η θάλασσα» ελπίδα, «δεν υπάρχει καλύτερο από την θάλασσα».
Ψηλάφησε η ψυχούλα τα άγια μέρη του παραμυθιού, και βρήκε την αλήθεια, βρήκε την δύναμη, να πολεμήσει τα θηρία, και έγινε ο Ήλιος σύμμαχος, κι η πεταλούδα, έγινε  όραμα και ελπίδα.
Σιγά-σιγά και βήμα-βήμα, βαθαίνει, η ζωγραφιά, τρεις την ορίζουν, ο Ήλιος και η ψυχούλα, χρώματα,  και  η πεταλούδα το τελάρο.
Είναι όμορφοι ο κόσμοι, αν μπορούμε να τους πλάθουμε, και να ενώνουμε, ότι στην ζωή μας είναι φανερό, με εκείνα τα πολλά που, μάτια δεν τα βλέπουν.
Η πεταλούδα τα σημάδια φανερώνει..
Και ο Ήλιος τα διαβάζει, σε τόπους, μέσα στις καρδιές, αλλά και πάνω στο ψηφιδωτό του χρόνου.
Άνοιξε και η ψυχούλα τώρα, παράθυρο στον ουρανό, μυήθηκε και τα σημάδια βρήκαν κι άλλο παραλήπτη. Τον παραλήπτη που ο Ήλιος με το άγρυπνο του βλέμμα θα προσέχει, φύλακας Άγγελος.
Τον παραλήπτη που έταξε η πεταλούδα να του δώσει, και την υπόσχεση της κράτησε.
Το παραμύθι δεν τελειώνει εδώ, ακόμα υπάρχουν άγραφες σελίδες.
Το γράφουν τρεις, και εγώ το μυστικό τους θα φυλάξω…
Άμα το πω δεν θάναι παραμύθι!!!
Μα ο χρόνος είναι κύκλος, κι όλα γυρίζουν γύρω μας, με άλλα πρόσωπα, άλλες φωνές και άλλα μάτια.
Είναι στα αλήθεια ευλογημένοι όσοι δεν βλέπουν για να δουν, αλλά ήλιους, πεταλούδες και ψυχές, νοιώθουν σε κάθε βήμα.
Αλίμονο στα παραμύθια όσοι δεν πιστεύουν.

ΟΥ ΤΙ ΔΑΝΟΣ
17/9/2012