Σάββατο 8 Ιουνίου 2013

Τα αγέννητα νεκρά παιδιά μας!!!



























Χρόνος ειναι η έκφραση του χάους, που ρέει στο ορατό συμπαν, και διέπεται απο την νοητική μας υπόσταση.
Ως εκ τούτου είναι σαφές πως η διαίρεση του χρόνου έχει καθαρά υλιστικό χαρακτήρα, και σε καμιά περίπτωση δεν επηρεάζει, το ψυχικό μας κομμάτι.
Το παρελθόν είναι η παρακαταθήκη του καθενός είναι όλα εκείνα που παρέλαβε, σαν εφόδια από την στιγμή που διαμόρφωσε το σχέδιο της υλοποίησης του, αλλά και όσα προστέθηκαν, μέσα στην πορεία της εξέλιξης του στον υλικό κόσμο.
Πέρα από  τον χρόνο, παρελθόν είναι όλα εκείνα που μας συνοδεύουν, μετά από δική μας επιλογή, με την δυνατότητα όμως κατά την διάρκεια της ζωής μας να τα τροποποιήσουμε.
Είναι όπως όταν αποφασίσαμε ένα ταξίδι, και επιλέξαμε τι αποσκευές θα μας συνοδευόσουν. Δοκιμαζόμαστε και εμείς στο ταξίδι, δοκιμάζονται και οι αποσκευές που επιλέξαμε. Στόχος η επίτευξη του αρχικού σχεδίου, όχι όμως αυτοσκοπός.
Υπάρχουν διαφοροποιήσεις στον δρόμο, διορθωτικές κινήσεις, επιρροές, και αυτό συνθέτει το κομμάτι της ελεύθερης βούλησης.
Κάποιες αποσκευές χάνονται, κάποιες καινούργιες αποκτώνται, κάποτε παραμένουν και όλα όπως ξεκίνησαν. Αυτό είναι και το τραγικό.
Να επανέλθει κάποιος στον Αδα, και να μην έχει προσθέσει κάτι καινούργιο στην ψυχή του από το ταξίδι στην ζωή. Έτσι απολύει την ψυχή αυτού, και ο δρόμος για τα τάρταρα είναι πλησιέστερα. Ο μόνος φόβος που έχει η ψυχή είναι να αναλωθεί, και να χαθεί στα τάρταρα.
Το παρόν είναι το σημαντικό κομμάτι γιατί μέσα σε αυτό, μπορεί ο άνθρωπος να ορίσει και να διαφοροποιήσει την υπόστασή του, οι ενέργειες του παρόντος καταγράφονται και εντυπώνονται στο βιβλίο της ύπαρξης, και μόνο αυτές.
Οι μοναχοί αναγνωρίζουν ότι δεν έχει ακόμα ολοκληρωθεί το είναι τους και για αυτό, προσπαθούν να το εμπλουτίσουν, με ενδοσκόπηση.
Οι ολοκληρωμένοι σε έναν  βαθμό αφού ξεκόπηκαν από την ολική μήτρα, έχουν τα κενά τους και σαν ατομικές οντότητες προσπαθούν να τα καλύψουν. Έχουν ανάγκη τους άλλους να καλύψουν αυτά τα κενά.
Όχι κατ αποκλειστικότητα αλλά με την έννοια ότι, ενέργειες του ενός διαφοροποιούν την θέση του άλλου απέναντι του, επειδή αλληλένδετοι είμαστε όλοι μας, έστω και αν ελάχιστοι το συνειδητοποιούν.
Εκεί υπεισέρχεται το όλον,
Όταν μια ενέργεια είναι κοινώς αποδεκτή σημαίνει ότι καλύπτει μεγάλο μέρος του όλου, δια τούτο και είναι άγραφος νόμος.
Αυτό είναι το εύκολο όμως. Για να υπάρξει συνεισφορά στην εξέλιξη αναγκαίο είναι
ενέργειες και κινήσεις να είναι διαφορετικές από τα κοινώς αποδεχθέντα. Μόνο τότε προσφέρει κάποιος στο σύνολο όταν ανοίγει μια άλλη πόρτα, και όταν την ανοίγει για πολλούς.
Η θυσία κάθε άλλο παρά θυσία είναι, είναι μια καταξίωση του ενός που ξεπέρασε την πεπατημένη, και δείχνει στους υπόλοιπους πώς μπορεί να διαθέσει με περίσσια φειδώ, μέρος των κεκτημένων του, παροτρύνοντας να κάνουν και εκείνοι το ίδιο.
Η θυσία είναι ο υπέρτατος εγωισμός της ύπαρξης, που προσφέρεται, γιατί ξέρει πώς το κενό που δημιουργείται  θα καλυφτεί από την συμπαντική πηγή με καινούργιο υλικό και έτσι να ανέβει στάδιο και κλίμακα, προσφέροντας όχι μόνο σε εκείνον, αλλά εμπλουτίζοντας και την ίδια με νέες ιδιότητες, και εξελίσσοντας την. Έτσι όλοι είμαστε εν δυνάμει, ελαχιστότατοι θεοί.
Η υπέρτατη μονάδα εξελιγμένης οντότητας ο θεός ακόμα έχει ανάγκη τα δημιουργήματα του για να εκφράζεται και να γεμίζει το παν με το άπαν, γιατί τα πάντα ρει, και εξελίσσονται.
Το πλαίσιο μέσα στο οποίο κινούνται όλα τα υπαρκτά και τα ανύπαρκτα, είναι το χάος . Το χάος είναι το απόλυτο. Όλα τα υπάρχοντα υπόκεινται σε αυτό, και αντλούν από αυτό αλλά και προσφέρουν σε αυτό. Θα μπορούσε να ορίσει και μια πολύμορφη ουσία μέσα σε αυτό, όχι όμως στατική, αλλά εναλλασσόμενη, και διαφοροποιούμενη.
Εκεί λοιπόν είναι και ο σημαντικός ρόλος των υπαρχόντων, να συνεισφέρουν κομμάτι της εξέλιξης τους στο χάος, και να ορίσουν κομμάτι του χάους που θα φέρει την ιδιότητα, και την προσφορά τους.
Το ουσιαστικότερο και κυρίαρχο μέσα σε αυτό είναι ο θεός που σχεδιάσαμε, για τι ο πραγματικός θεός είναι το ίδιο το χάος, το απόλυτο.
Η επιλογή δράσης την στιγμή, και με την απουσία του χρόνου, δηλαδή εμφάνιση των μη υπαρχόντων, απαιτεί αντίθεση και σύγκρουση με τά υπάρχοντα  στο χάος για τούτο και οι αντιδράσεις είναι ισχυρές.
Γίνεται μόνο από αυθεντικά κομμάτια του χάους, που έρχονται αντιμέτωπα με αλλά, εξ ίσου αυθεντικά, αλλά ασχημάτιστα όσον αφορά την ουσία,  με στόχο να επιτευχτεί, μέσα από την αντίθεση η αρμονία, και ο εμπλουτισμός της ουσίας.
Το μέλλον, το τρίτο στοιχείο της εικονικής κατάτμησης του εικονικού νοητικού χρόνου. Το μέλλον είναι κενό, «αόρατον», απλά δεν υπάρχει.
Είναι το “τρέχον” σχέδιο που καταστρώνουμε, κατά ην διάρκεια της ζωής μας, και είναι πρόχειρο συνήθως για αυτό και δεν υλοποιείται και παραμένει, σε μορφή ονείρου, καλύπτοντας εικονικά, ανεκπλήρωτες επιθυμίες.
Το μέλλον, είναι το αντίπαλο δέος στο προς επίτευξη σχέδιο μας, είναι και η πρόκληση, να διαμορφώσουμε το παρόν, άρα τον εμπλουτισμό της ψυχής μας.
Το μέλλον είναι και το κακό, αν δεν υπάρξει σωστός χειρισμός, εκεί μέσα κρύβονται όλα τα αρνητικά, εκεί κρύβεται ο «διάβολος».
Το πίσω μας είναι θεϊκό, άσχετα αν διέπεται από πράξεις καλές η κακές, γιατί καλό η κακό δεν υπάρχει, υπάρχει μόνο «κατάσταση», στην οποία ο νους βάζει ετικέτα.
Το εμπρός μας είναι το ζητούμενο, είναι αυτό που επιδέχεται τροποποίηση, άλλωστε βαδίζουμε, πάντα με κατεύθυνση προς τα εμπρός, και τα μάτια μας είναι τοποθετημένα μπροστά στο πρόσωπο. Τούτο γιατί μπροστά μας είναι η μάχη και ο πόλεμος, και όχι πίσω.
Μπροστά μας είναι ο στίβος, που καλούμεθα να αγωνιστούμε, με όπλα, το θάρρος την αυτοπεποίθηση, και κινητήριο άρμα, την ψυχή, καθοδηγούμενη από έναν επιτελικό νου, σε πλήρη ερωτική αρμονία με εκείνη.
Το μέλλον δεν είναι ο θάνατος, αυτός είναι σκοπός. Το μέλλον είναι, ο τρόπος που θα διαμορφωθεί η οντότητα μας, για να επανέλθουμε στον Αδα από τον οποίο ξεκινήσαμε και να ολοκληρωθεί ένας κύκλος.
 Είναι ένα κομμάτι που δημιουργεί η φαντασία, που είναι ουσιαστικότατο όταν εφαρμόζεται, για την διαμόρφωση του παρόντος..
Ο νους είναι ο διαχειριστής, της υλικής μας ζωής, κρατά το βιβλίο των νόμων, είναι ο δεσμοφύλακας της ψυχής, και είναι η κατευθυντήρια δύναμη αυτή για εκείνον.
Μια σχέση αμφίδρομη.
Αυτή η σχέση έχει απόλυτο συνδετικό κρίκο τον έρωτα, που είναι ο αρμονικός κανόνας των δύο της τριάδας, ουτως ώστε να κατευθύνουν το τρίτο, που είναι άβουλο και ουδέτερο εκτελώντας μόνο εντολές, το υλικό κομμάτι δηλαδή.
Το υπέρτατο της τριάδας, παραδίδεται από την θρησκεία.
Ο «πατήρ» είναι η ψυχή, ο «υιός» το υλικό σώμα, και το «άγιο πνεύμα» ο νους.
Πόσο απλή είναι η κατανόηση, της ύπαρξης μας, και πόσο τραγικά όντα είμαστε που δεν το συνειδητοποιούμε.
Μύθος το μοιραίο, με την υπάρχουσα έννοια, το βιβλίο της ζωής, είναι βιβλίο του καθενός, και εφόσον επέλεξε να ζήσει, επέλεξε και να το διαφοροποιήσει, ουτως ώστε όταν επανέλθει στην κατάσταση του θανάτου, να έχει προσθέσει καινούργιες, σελίδες. Στην διάρκεια της ζωής του, την οποία έχει προδιαγράψει, το απρόοπτο είναι τι θα προσφέρει και τι θα εισπράξει, από τους άλλους, και αυτή η ειδοποιός διάφορα, που καλείται να προσθέσει η όχι στην ψυχική του οντότητα, για να την εμπλουτίσει, και ταυτόχρονα, εμπλουτίζοντας την να ταυτιστεί με άλλες διαμόρφωνες ψυχικές οντότητες, εξελίσσοντας την συμπαντική ψυχή και κατ επέκταση και το χάος.
Και τούτο είναι το υπέρτατο!!

ΟΥ ΤΙ ΔΑΝΟΣ
8/6/2013=20=2
(πάντα τα υλικά ζεύγος)

Παρασκευή 31 Μαΐου 2013

Ο έβδομος Χρυσόλιθος, ο όγδοος Βήρυλλος.

Το χουν οι μέρες, που ακουμπάνε στα βουνά τα δοξασμένα,
Το χουν του χρόνου τα γυρίσματα, όταν δακρύζουν τα βουνά
Τους κάμπους να περνά ανατριχίλα.
Και είναι χρέος, ένστικτο όσους τα δάκρυα αγγίζουν, να σκαρφαλώνουν στις πλαγιές τους, το πρανές να κάνουν μαξιλάρι, και όνειρα να ζωγραφίζουν στις κορφές.
Είναι τα Όρη, όρια, μα τα όρια ποιος τάχα τα ορίζει.
Ο Ήλιος έβαλε το φώς, έβαλε και το φάος.
Το φως χαϊδεύει της ζωής τα μονοπάτια, και χρώμα δίνει, στις οντότητες, όταν στον κόσμο μας, βάζουν σκοπό να περπατήσουν.
Το φάος πάλι, δύσκολο να ορμισθεί, τι κάνει και τι δίνει.
Είναι το νοιώσιμο, της αύρας του  θεού, είναι τα πάντα που πηγάζουν από Κείνον.
Χάος Εκείνος και πιο πέρα, δημιούργησε το Φάος με σκοπό, πρωταρχικά, για να μπορούν, πάνω σε αυτό, τα υπόλοιπα να δέσουν.
Η θάλασσα πλακούντας στης ζωής την γέννα, την κίνηση έβαλε.
Τον φύλαξε τον σπόρο, μες τα σπλάχνα της, και αλώβητος χιλιάδες χρόνια παραμένει.
Ο σπόρος τούτος, σε πυραμίδα ωρίμασε, καθώς από τα αστέρια ήρθε.
Στο Τάλετον, στην κορυφή την άγια, του βουνού του αρσενικού όπως το λένε οι περισσότεροι, γιατί θυμούνται.
Αρσενικός Ταΰγετος, η πυραμίδα, ο φαλλός του, λέξη αρχέγονη συμβολική, το φαος του Ήλιου, του Ήλιου Αλλ, που υπήρχε αθάνατος και πάντα θα υπάρχει. Ένα κομμάτι του το Λ, των προγόνων μας το σήμα το ιερό.
Ξεχείλισε ο έρωτας, κομμάτι του θεού κι αυτός, φουσκωσε τον φαλλο, και με σπασμούς, σεισμούς, και εκρήξεις, το σπέρμα κυλισε, ζεστό στου ιερού βουνού

Άγρια πετούνια του ουρανού λουλούδι ακριβοστόλιστο, του ήλιου κόρη
Μόνο στα μπαμπακένια σύννεφα, να λούζεσαι σου πρέπει, νερό πορφύρα
Γεννά ο άνεμος αρώματα και χρώμα, που κεντούν το δαντελένιο μεσοφόρι
Ρίμες σκαρώνει η Σαπφώ μαγευτικές,  κι ο Απόλλωνας σού παίζει λύρα.

«Εκεί» που βλέμματα, και αγγίγματα, την πόρτα του Αλωνάρη ξεκλειδώνουν!

ΟΥ ΤΙ ΔΑΝΟΣ
26/5/2013=19=10 (εν το παν)

Πρελούδιο

Οι ελπίδες μου γρυλίζουν, αγριεύουν όνειρα μου στο σφυρί
Να περπατώ, χωρίς πνοή, θαλασσινό  πουλί χωρίς σπυρί
Τα βήματα μου ανάποδα μικρά, και τα πιστεύω μου σπαθιά
Ρουφήχτηκα αθόρυβα Θαμμένος ζωντανός, στο πέλαγο βαθιά

Έχασε το σκοτάδι ένα φώς, κρυφή λαμπή που ξεθωριάζει
Με την καρδιά μου παγωμένη τ’ όνομα της να ουρλιάζει
Καθώς τα όνειρα μου ψάχνουν χαραμάδα να φυτρώσουν
Αφέθηκα θαμμένος ζωντανός, τριχιές να με στοιχειώσουν

Κάψαν τις γέφυρες της Τροίας, Ελένη, Σπάρτη δίχως γυρισμό
Του υλισμού, ακροβατώ στο τέλος μια σταγόνα γέλιο μ΄αγιασμό
Πνίγεται η πίστη, η ελπίδα παίζει το τρελό της το παιχνίδι,
Να φτάσει ότι λαχταρά, και με αγάπη να δεσμεύει το ταξίδι

Σε αδύνατα χέρσα χωράφια, η καρδιά μου έχει ματώσει
Αυτό που πνίγηκε στη θάλασσα, στην Γή θ΄αναβιώσει
Δεν θάρθει όμως, κλείνοντας το μάτι σαν τον κλέφτη
Θα ανοίξει ο ουρανός, να δω το αστέρι που θα πέφτει.

ΟΥ ΤΙ ΔΑΝΟΣ

31/5/2013

Τρίτη 7 Μαΐου 2013

Ο πρώτος θεμέλιος λίθος, ήταν ίασπις.


Το χουν του χρόνου τα γυρίσματα, όταν δακρύζουν τα βουνά
Τους κάμπους να περνά ανατριχίλα.
Και είναι χρέος, ένστικτο όσους τα δάκρυα αγγίζουν, να σκαρφαλώνουν στις πλαγιές τους, το πρανές να κάνουν μαξιλάρι, και όνειρα να ζωγραφίζουν στις κορφές.
Είναι τα Όρη, όρια, μα τα όρια ποιος τάχα τα ορίζει.
Ο Ήλιος έβαλε το φώς, έβαλε και το φάος.
Το φως χαϊδεύει της ζωής τα μονοπάτια, και χρώμα δίνει, στις οντότητες, όταν στον κόσμο μας, βάζουν σκοπό να περπατήσουν.
Το φάος πάλι, δύσκολο να ορμισθεί, τι κάνει και τι δίνει.
Είναι το νοιώσιμο, της αύρας του  θεού, είναι τα πάντα που πηγάζουν από Κείνον.
Χάος Εκείνος και πιο πέρα, δημιούργησε το Φάος με σκοπό, πρωταρχικά, για να μπορούν, πάνω σε αυτό, τα υπόλοιπα να δέσουν.
Η θάλασσα πλακούντας στης ζωής την γέννα, την κίνηση έβαλε.
Τον φύλαξε τον σπόρο, μες τα σπλάχνα της, και αλώβητος χιλιάδες χρόνια παραμένει.
Ο σπόρος τούτος, σε πυραμίδα ωρίμασε, καθώς από τα αστέρια ήρθε.
Στο Τάλετον, στην κορυφή την άγια, του βουνού του αρσενικού όπως το λένε οι περισσότεροι, γιατί θυμούνται.
Αρσενικός Ταΰγετος, η πυραμίδα, ο φαλλός του, λέξη αρχέγονη συμβολική, το φαος του Ήλιου, του Ήλιου Αλλ, που υπήρχε αθάνατος και πάντα θα υπάρχει. Ένα κομμάτι του το Λ, των προγόνων μας το σήμα το ιερό.
Ξεχείλισε ο έρωτας, κομμάτι του θεού κι αυτός, φούσκωσε τον φαλλό, και με σπασμούς, σεισμούς, και εκρήξεις, το σπέρμα κύλισε, ζεστό σε σκοτεινές χαράδρες, και μηρούς σπαρμένους με φασκόμηλο, φλισκούνι και λεβάντα, εκεί που θάλασσα πια δεν υπήρχε. Στην θέση της, ξεπρόβαλλαν τους μυθικούς καιρούς, δύο σκέλη, κι ανάμεσα τους έμελλε να γίνει εκείνο που ορίστηκε σε μας να φτάσει, με γρίφους και με παραδόσεις άγραφες.   
Όπου περνούσε κοίτη γένναγε, και ρέμα ορμητικό γινόταν, πλατύ μεγάλο, και ορμητικό, όπως αξίζει σε ένα σπέρμα αμόλυντο, ατόφιο θεϊκό, που το ξεκίνημα του λόγου, θα έσπερνε σε μήτρα γης θεάς και εκείνης.
Αρσενικός Ευρώτας, ο κουβαλητής της άχραντης ζωής το μύρο, στον τόπο της κοιλάδας των δαιμόνων, που ο θειος Όμηρος «κοίλην Λακεδαίμονα κητώεσσαν» την βάφτισε. Όλα είναι τόσο απλά, που ανόητοι πεπερασμένοι εμείς δεν τα εννοούμε, κι αν κάνει λάθος ο  Όμηρος, δεν κάνει λάθος η γλώσσα, και τον τόπο, να θυμίζει την σπορά τον είπε «Σπάρτα», κι ας έγινε μετά, κάτι σαν βολικότερο Σπάρτη, όπως τα περισσότερα στην γλώσσα μας που για να κρύβουν την αλήθεια παραποιούνται.
Ήταν η Σπάρτα Εύα, που σημαίνει το καλό, και όχι το κακό και η αμαρτία.
Και ήταν ο Αδάμ ο Αδας, δεν έχει σημασία πως κατέληξε στις μέρες μας το νόημα τους. Και άλλα πολλά που δεν τελειώνει η σειρά για να τα πεις είχαν την ιδία μοίρα, ο εωσφόρος και ο  δαίμονας δυο από αυτά, άλλο σημαίνουν κι άλλο είναι.
Όλα τα πάρα πάνω δράση ερωτική θυμίζουν, και έτσι είναι, μας μένει τώρα η μήτρα για να  κυοφορήσει την ένωση της γης και του ουρανού, και να γεννήσει την ζωή, να συνεχίσει αέναα, τριάδα στον υλικό μας κόσμο «έρως ανήρ γυνή».
Και με σοφία καθώς όλα είναι φτιαγμένα, το μέρος λίκνο, να φυλλάξει την ζωή ήταν το Γύθειο. Άλλοι το λένε Γη θεών, μπορεί και να έχουν δίκιο, τίποτα απόλυτο στον κόσμο δεν υπάρχει. Μόνο κάτι αλήθειες σκορπισμένες, κουρέλια, καλύτερα το νόημα στην λέξη «λιταρίδι» την μανιάτικη, νήμα κουρέλι που σημαίνει.
Έτσι το νήμα της απόδειξης για τον ρόλο του Γυθείου, είναι η ρίζα-συλλαβή,  η Πελασγική  «ΚΥ», που περιέχετε, και που σημαίνει, όπως στην λέξη έγκυος, το κοίλωμα, που Όμηρος μας λέει, και ανατρέφει το έμβρυο για να έρθει στην ζωή σαν είναι η ώρα η κατάλληλη.
Ο αέρας μου έφερε με τις ριπές του ν αυλακώνουν της καρδίας μου το στρεβλό αυλόγυρο από ξερολιθιά, όλες τις σκέψεις, και τις αναμνήσεις, από μέρη λατρεμένα, που τα όνειρα μου κτίζουν κάθε βράδυ.
Έρχεται όμως το πρωί και τα γκρεμίζει, κι ας είναι ο Ήλιος φύλακας, το φως τους δεν χωρά μέσα στην μήτρα, που με γέννησε να την φωτίσει.
«Θυμάμαι» μόνο καθώς έβγαινα στον κόσμο, το τελευταίο χάδι αυτής της μήτρας. Πόσο γλυκά με χάιδεψε καθώς με ξεπροβόδιζε, να συναντήσω τάχα την ζωή σας, η την ζωή μας, πρώτο και δεύτερο, ίδια τα πρόσωπα είναι.
 «Θυμάμαι» όταν μ άγγιξαν τα ξένα χέρια, της μαμής, και νευρικά και ανυπόμονα με κράτησαν, μέσα σ εκείνο το θολό τοπίο, είδα του θάνατου τα μάτια, και ούρλιαξα σπαρακτικά, για αυτή την μοίρα.
Σκόρπισαν τα νερά, με αίμα ανάκατα, σαν τότε που κεντήθηκε Εκείνος στον Σταυρό, και έτρεξε νερό και αίμα δείγμα πώς  «πέθανε»!
«θυμάμαι» ακόμα μερικά, μια ζέστη και ένα φώς, σε μια θηλή, με γάλα να με τρέφει.
«θυμάμαι» αγγέλους να φτεροκοπούν, πάνω απ΄ τα βλέφαρά μου, χωρίς να νοιώθω αν σε ύπνο η σε ξύπνιο μέρος ήμουν.
Κι όσο τα χρόνια προσπερνούν και τα βουνά δακρύζουν, όλα ξεχνιούνται δυστυχώς και τα σκεπάζει η λήθη, που μας την έμαθαν στραβά ζωή να λέμε!
ΟΥ ΤΙ ΔΑΝΟΣ
7/5/2013