Δευτέρα 18 Δεκεμβρίου 2017

Χειμερία νάρκη


Σαν την ανέμη που τις εποχές ανοίγει, αδράχτι ο χρόνος αιωνίως τις τυλίγει.

Οι πεταλούδες περιμένουνε στην στάχτη, τον ερχομό του έφηβου του Μάρτη.

Κάποιος γυμνός με νότες ανασαίνει, καθώς τυλίχτηκε της μοναξιάς τη χλαίνη.

Δήμιοι ουρλιάζουν οι αέρηδες στη στέγη, σκορπά ο καπνός κι’  οπτασία φεύγει.
   
Φέγγει στο τζάκι θαλπωρή του χθες, αγιογραφώντας των αγγέλλων τις μορφές.

Τι προστασία, πόσο τρυφερά αγγίζει, τούτη η εικόνα, που στη μνήμη τριγυρίζει,

μαύρο βελούδο την ανάμνησή μας ντύνει, γεύση γλυκιά ερωτικού φιλιού αφήνει.

Τώρα, πώς έγινε και ξαφνικά μεταμορφώνει, η σπίθα που ποτέ της δεν παγώνει

αυτό το θαυμαστό τριμμένο ρούχο, κάθε χειμώνας κι ένα μπάλωμα του πού χω,


κι έγινε ένα με την σάρκα μου η ευχή του, μελέτησε την χειμωνιά μου η ψυχή του


κανείς δεν ξέρει τα κουρέλια και τα ράκη, πότε θα βγουν από την χειμερία νάρκη.

ΟΥ ΤΙ ΔΑΝΟΣ
12/12/2017=16=7

Τρίτη 14 Νοεμβρίου 2017

Φευγάτη ποίηση

Αποδημητικό πουλί, η μπορεί μια σαπουνόφουσκα, που μόλις την αγγίξεις χάνεται.
Φεύγει πάντα, ένα άπιαστο όνειρο, έτσι όπως ο ήλιος το δείλι σιγά-σιγά βασιλεύει γλυκά με τη γεύση του ανικανοποίητου στα χείλη μας,  που παραμένουμε μετέωροι στο λυκόφως, τον προάγγελο  της νύχτας.
Φεύγει πάντα, μια οπτασία, έτσι όπως ο ήλιος σιγά σιγά ανατέλλει γλυκά, με την γεύση του ικανοποιητικού στα χείλη μας, που αγναντεύουμε γελαστοί στο λυκαυγές, τον προάγγελο της μέρας.
Ταξιδεύει μόνιμα, πηγαίνοντας προς εκεί, στο άγνωστο το νεφελώδες το άυλο.
Ναι δεν έχει ιδιοκτήτες η φευγάτη ποίηση, δεν σταματά πουθενά, όπως τα νετρίνα διαπερνούν την ύλη, και παραμένουν ασύλληπτα.
Έχει ο αέρας ιδιοκτήτες, έχει ο ήλιος, έχει η ψυχή.
Μια προσφορά ευεργετική, που ξεπερνά την τρισδιάστατη συνείδηση  του στημένου matrix, της κοινότυπης μήτρας που γεννά την ύλη, και γίνεται φυλακή.  
Μια συνεχής ροή, ένα ποτάμι ιδεών και οίστρων, με απροσδιόριστη πηγή, σε άγνωστη θάλασσα.
Ένα ποτάμι, άλλοτε απρόσωπο, άλλοτε πολυπρόσωπο, άλλοτε να υμνεί την ζωή, και άλλοτε να δείχνει τον θάνατο, πάντα όμως με καταλύτη τον έρωτα.
Αλλιώτικο, άνυδρο, χωρίς φυσικά εμπόδια, στροβιλίζεται στη ζωή, ξεπερνά τον θάνατο και χάνεται πίσω από εκείνον.
Γιατί η φευγάτη ποίηση δεν γυρεύει να φτιάξει τον κόσμο, δεν είναι δημιουργός, θέλει να τον γνωρίσει.
Να μάθει την σύστασή του να ακούσει την ανάσα του, να νοιώσει τον παλμό του, γιατί ο κόσμος είναι ζωή και θάνατος μαζί, είναι και ζωή πριν την ζωή, και θάνατος μετά τον θάνατο.
Γιατί ο κόσμος ο μεγάλος ο τεράστιος είναι μια σταγόνα, και ο άνθρωπος μέσα.
Η φευγάτη ποίηση βγαίνει και έξω, έξω από την κοσμική  σταγόνα.
Γιατί ο άνθρωπος ο μεγάλος ο τεράστιος, είναι μια σταγόνα, αλλά βλέπει έξω, όχι μέσα στην σταγόνα.
Η φευγάτη ποίηση όμως μπαίνει και μέσα, μέσα στην ανθρώπινη σταγόνα.
Κι αφού πάντα φεύγει άχρηστη μοιάζει, μα δεν είναι.
Είναι ο ήλιος που φεύγει άχρηστος, είναι ο αέρας, είναι η ζωή που φεύγει άχρηστη;
Δεν έχει ούτε ποιητή, για να την φτιάχνει, γιατί σαν την ματιά που φεύγει μέχρι τον ορίζοντα που βλέπουμε, και συνεχίζει ακόμα αλλά το είδωλο δεν γυρνά για να δούμε, έτσι η ποίηση η φευγάτη μοιάζει.
Ποιος φτιάχνει την ματιά λοιπόν, ο ίδιος και την ποίηση αυτή παράγει.
Όλοι που εκπέμπουν είναι ποιητές, και όσοι την νοιώθουν αποδέκτες.
Κι αφού την νοιώσουν γίνονται εκείνοι ποιητές, και νέοι αποδέκτες νοιώθουν.
Για να επικοινωνεί το δίκτυο αυτό των ορατών, των αοράτων και των άλλων.
Για να επικοινωνεί το δίκτυο αυτό, συνειδητά, ή  ασυνείδητα, και να υπάρχει.

ΟΥ ΤΙ ΔΑΝΟΣ
14/11/2017=17=8

Δευτέρα 13 Νοεμβρίου 2017

Απέκοψεν τον προυχόν της κεφαλής.

Ο ηλιοφερμένος έρωτας, μια σπίθα φλογισμένη
βρήκε φωλιά σε κύτταρο, με σύγχρονη εμπειρία
Όλα εκείνα που ήσυχα, την κράταγαν κλεισμένη
χάθηκαν σε στροβιλισμό , με ανάρμοστη πορεία.

Η θέληση βολεύτηκε, στον κόλπο από ανάγκη
μήπως αλλάξει ο καιρός, και αρχίσει  τρικυμία.
Κ΄ η αδερφή της βούληση, σ΄ απόμερο φαράγγι
μην τύχει και η αποθυμιά, της φέρει αδυναμία.

Σ΄ερημο κάστρο άπαρτο, μέσα στη φυλακή της
ντυμένο απ έξω μάρμαρο, φτιαγμένο από χρόνο,
αλυσοδέθηκε η ψυχή, να εκτίσει την ποινή της,
εξόριστη του σύμπαντος, για μια ζωή της μόνο.

Ξεβράστηκε η θέληση, βαρκούλα σε μπουρίνι
κουφάρι ακυβέρνητο στης σπίθας την ουσία.
Μάγεψε και τη βούληση να θέλει, μόνο εκείνη
και το άρμα του Φαέθοντα τρέχει η φαντασία.

Μέσα απ αυτό το ξαφνικό, ξεχάστηκε ο χρόνος
και πάρθηκε για μια στιγμή το μαρμαρένιο κάστρο
έγινε η σπίθα κεραυνός, και έρωτας συγχρόνως
για να συνευρεθεί η ψυχή, στο μητρικό της άστρο.

Ο ηλιοχαμένος θάνατος, νιφάδα παγωμένη,
αντίζηλος και αδελφός, τον έρωτα προδίδει,
δένει το μίτο της ψυχής, κι άλλη ζωή υφαίνει,
όσες σπιθίτσες άναψαν, στη λήθη παραδίδει.

ΟΥ ΤΙ ΔΑΝΟΣ
13/11/2017=16=7

Κυριακή 5 Νοεμβρίου 2017

Ο Γάδος*

Στέκει ο γάδος άπραγος, παγώσανε τα χέρια
έμεινε μόνο  το νερό, καθρέφτης στα αστέρια.
Χορτάριασε η αυλακιά, που οδήγαγε το ρυάκι
δεν τρίζει τώρα το σκοινί, έκλεισε το χαντάκι.

Του πηγαδιού η δύναμη, η χήρα νερομάνα,
έγινε νεραΐδοφωλιά, και το περβόλι αλάνα.
Μάταια αναβλύζουνε, τα δροσερά παιδιά της,
η σε πλημμύρα χάνονται, η μένουνε σιμά της.  

Να ναι καλά η λυγαριά, που γέρνει και λυγίζει,
στων πηγαδιών το άνοιγμα, και το νερό αγγίζει.
Κατάκτησε τα λιγοστά, τ΄ ασήμαντα κατέχει,
μοσχοβολάει ο μπαξές, όταν τα φύλλα βρέχει.

Γέννα σκληρή κι απρόσωπη, ποτίζει τον αέρα,
είναι η νύχτα δίχως φώς, και σκοτεινή η μέρα
Στο περιβόλι του ουρανού, στη δίνη του αέρα,
χάθηκε κι ο γαδοβοσκός, που έπαιζε φλογέρα.

Κόψε τη ρίζα της ντροπής, γη πιάσε το δρεπάνι
και θέρισε την οφειλή, ν’ ανθίσει το μποστάνι.
Ζέστανε ήλιε τις καρδιές, στα παγωμένα χέρια,
άνοιξε τις νεροπηγές, να δροσιστούν τ΄αστέρια.

* Εργαλείο άντλησης πηγαδιών.  

ΟΥ ΤΙ ΔΑΝΟΣ
5/11/2017=17=8